1) Να προβλέπει συγκεκριμένη πυκνότητα σποράς / φυτείας (δηλ. τα φυτρωμένα φυτά) «ως αποδεκτή για ενίσχυση» και όχι ποσότητα σπόρου ανά στρέμμα (κι αυτό γιατί το ειδικό βάρος του σπόρου μεταβάλλεται: από χρονιά σε χρονιά (για την αυτή ποικιλία), από ποικιλία σε ποικιλία, από πατρίδα σε παρτίδα (για την αυτή ποικιλία) κ.ο.κ.
2) Να λαμβάνει υπόψη της και τα τεχνολογικά χαρακτηριστικά των καλλιεργούμενων σήμερα ποικιλιών και τις επικρατούσες κατά τη συγκομιδή συνθήκες. Έτσι μία απόδοση 34 % min (*) θα ήταν αποδεκτή (λαμβάνοντας υπόψη και τα πολύ καλά χαρακτηριστικά των καλλιεργούμενων σήμερα ποικιλιών) και ανάλογα με τις επικρατούσες κατά την συγκομιδή συνθήκες, η «αποδεκτή» απόδοση να αυξομειώνεται.
3) Να συνδέει τα τεχνολογικά χαρακτηριστικά του παραγόμενου συσπόρου (και κυρίως την απόδοση σε ίνα, όπως έχουμε τονίσει πάρα πολλές φορές) με την τιμή που θα εισπράττει ο κάθε βαμβακοπαραγωγός.
Σε κάθε περίπτωση, όσες διαφορετικές φωνές κι αν ακουστούν, το 3ο σημείο αποτελεί για μας το «κομβικό» σημείο για το βαμβάκι.
Από κει ξεκινάν όλα: ο βαμβακοπαραγωγός πουλά ίνα, το εκκοκκιστήρια πουλά ίνα και γι αυτή πρέπει να αμείβεται ο καθένας.
Μπαντής Αθανάσιος
athanasios_bantis@hotmail.com
(*) Με παράλληλη αύξηση του κατώτερου ποσοστού απόδοσης ως κριτήριο εγγραφής στον κατάλογο ποικιλιών και αξιολόγησης της κάθε ποικιλίας.
athanasios_bantis@hotmail.com
(*) Με παράλληλη αύξηση του κατώτερου ποσοστού απόδοσης ως κριτήριο εγγραφής στον κατάλογο ποικιλιών και αξιολόγησης της κάθε ποικιλίας.